Θαυμακία

Θαυμακία
Θαυμακίᾱ , Θαυμακίη
fem nom/voc/acc dual
Θαυμακίᾱ , Θαυμακίη
fem nom/voc sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Θαυμακίη ή Θαυμακία — Αρχαία πόλη της Μαγνησίας, της οποίας η ακριβής τοποθεσία αγνοείται. Στην Ιλιάδα, ο Όμηρος αναφέρει ότι η πόλη είχε παραχωρηθεί από τον Ποία στον γιο του, Θαύμακο και ανήκε στον Φιλοκτήτη, που ήταν εγγονός του τελευταίου …   Dictionary of Greek

  • Θαυμακίας — Θαυμακίᾱς , Θαυμακίη fem acc pl Θαυμακίᾱς , Θαυμακίη fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θαυμακίαν — Θαυμακίᾱν , Θαυμακίη fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Thavmacvs — THAVMĂCVS, i, Gr. Θαύμακος, ου, des Pöas Vater, vonwelchem die Stadt Thaumacia, in Magnesia, den Namen bekommen. Steph. Byz. in Θαυμακία …   Gründliches mythologisches Lexikon

  • Αλέξιππος — Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Ο θεράπων του βασιλιά της Αιθιοπίας Μέμνονα. Πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο. 2. Γιατρός του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο Αλέξανδρος τον ευχαρίστησε με επιστολή του, γιατί θεράπευσε τον άρρωστο σωματοφύλακά του …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”